Της Τατιάνας Ρόκκου
Σε μια εποχή που τεχνολογία νίκησε κατά κράτος την παράδοση και την προκατάληψη, ήταν φυσικό και αναπόφευκτο επακόλουθο και η παγκόσμια λογοτεχνία –και όχι μόνο- να ακολουθήσει αυτήν την εξέλιξη. Το cyerpunk γεννήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’80 και εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα σαν ρεύμα στη μόδα, στη λογοτεχνία, στον κινηματογράφο, στη μουσική, στον τρόπο ζωής.
Αν πρόκειται περί τερατογένεσης ή παιδιού – θαύματος του κόσμου που ζούμε, αυτό θα το δείξει το μέλλον. Ένα μέλλον μέσα στο οποίο ζει και αναπνέει το κυβερνοπάνκ, οι εκφραστές και οι οπαδοί του.
«…Ο Κέις άρχισε να πατάει τα πλήκτρα της κονσόλας. Η μήτρα τραντάχτηκε, σταθεροποιήθηκε και ο Κέις είδε ένα σύμπλεγμα από ροζ σφαίρες που αντιπροσώπευαν ένα συνεταιρισμό χαλυβουργίας. «Αυτονομία, να η μαγική λέξη που αφορά την ΤΝ (σ.σ. Τεχνητή Νοημοσύνη) σου. Αν θέλεις τη γνώμη μου, Κέις, αυτό που πρόκειται να κάνεις, είναι να σπάσεις τα ηλεκτρονικά δεσμά που εμποδίζουν αυτό το μωρό από το να γίνει εξυπνότερο –και επειδή είναι αδύνατο να ξέρεις αν μια κίνηση κατευθύνεται από τη μητρική εταιρεία ή από την ίδια την ΤΝ, γι’ αυτό δημιουργείται τέτοια σύγχυση». Ακούστηκε πάλι το απόκοσμο γέλιο. «Βλέπεις, αυτά τα πράγματα μπορούν να κάνουν πραγματικά σκληρή δουλειά. Να κάτσουν, ας πούμε, να γράψουν ένα βιβλίο με συνταγές μαγειρικής ή κάτι τέτοιο, αλλά τη στιγμή, εννοώ το νανοδευτερόλεπτο, που κάποιο θα αρχίσει να σκέφτεται έναν τρόπο για να γίνει εξυπνότερο, θα καεί σαν πυροτέχνημα. Ξέρεις καλά πως κανείς δεν εμπιστεύεται αυτούς τους μαλάκες. Κάθε ΤΝ που έχει κατασκευαστεί μέχρι τώρα, έχει ένα ηλεκτρομαγνητικό δίκαννο συνδεδεμένο με τον κρόταφό της»…»
Απόσπασμα από το πιο γνωστό βιβλίο ενός από τους «γκουρού» του είδους, τον Ουίλλιαμ Γκίμπσον, ο «Νευρομάντης» αποτελεί τριλογία μαζί με άλλα δύο βιβλία του ίδιου συγγραφέα, το «Κόμης Μηδέν» και το «Μόνα Λίζα». Το «Sciece Fiction Magazine» έγραψε γι’ αυτό ότι με το «Νευρομάντη» ο Ουίλλιαμ Γκίμπσον έφερε μια ολότελα καινούργια ευαισθησία ηλεκτρονικής «πανκ» στην επιστημονική φαντασία, τόσο σαν δομή, όσο και σαν κείμενο, ενώ άλλοι δύο μάστερ του είδους – ο Νόρμαν Σπινραντ και ο Μπρους Στέρλινγκ- είπαν ότι είναι ίσως το μοναδικό μυθιστόρημα των τελευταίων χρόνων που συνδυάζει τη σκληρή επιστήμη με την ευαίσθητη γραφή, εντυπωσιακό σε σαφήνεια και μαεστρία.
Το κυβερνοπάνκ λοιπόν περιορίζεται μόνο στη λογοτεχνία; Όχι φυσικά, αλλά ο τομέας αυτός είναι ο πιο αντιπροσωπευτικός για να αντιληφθεί κανείς το νόημα και τις κατευθύνσεις του νέου αυτού «κύματος». Η λέξη «κυβερνοπάνκ» επινοήθηκε από τον Γκάρντερ Ντοτζόις, έναν Αμερικανό συγγραφέα, για να χαρακτηρίσει το μυθιστόρημα του Gibson «Neuromancer» («Νευρομάντης»). Το πρώτο συνθετικό της λέξης κυβερνοπάνκ προέρχεται από την επιστήμη της κυβερνητικής. Σύμφωνα με τον ορισμό του διάσημου μαθηματικού Norbert Wiener, που είναι ο θεμελιωτής αυτής της επιστήμης, «κυβερνητική είναι η διατήρηση της τάξης μέσα σ’ ένα σύστημα, φυσικό ή τεχνητό». Είναι η επιστήμη που μελετά τους μηχανισμούς ελέγχου και επικοινωνίας ζώντων οργανισμών και μηχανών.
Ο «κυβερνοπάνκ» είναι λοιπόν στην κυριολεξία ο «αλήτης κυβερνητικός», ένας επαναστάτης που αποδέχεται όμως τις πιο προηγμένες τεχνολογίες. Ο όρος αυτός, επομένως, συλλαμβάνει την αλληλεπικάλυψη κόσμων, που προηγουμένως ήταν παράλληλοι: του βασιλείου της υψηλής τεχνολογίας και του σύγχρονου ποπ αντεργκράουντ. Το έργο των cyberpunks παραλληλίζεται με την ποπ κουλτούρα της δεκαετίας του 1980.
Το rock video, το αντεργκράουντ των hackers, την τεχνητή του χιπ-χοπ και της scratch μουσικής, το synthesizer rock του Λονδίνου και του Τόκιο. Το φαινόμενο έχει μια σφαιρική εμβέλεια. Το κυβερνοπάνκ είναι η λογοτεχνική του ενσάρκωση. Δημιουργείται έτσι μια απροσδόκητη συμμαχία μεταξύ του κόσμου της τεχνολογίας και του κόσμου της οργανωμένης αμφισβήτησης, της αναρχικής κουλτούρας των δρόμων.
Ο «hacker» (σφάχτης) και ο «rocker» είναι τα είδωλα της ποπ κουλτούρας αυτής της δεκαετίας. Ο hacker στον κυβερνοπάνκ κόσμο, είναι ο «καουμπόη» του πληκτρολογίου, αυτός που «σπάει» κλειδωμένα προγράμματα και βάζει ιούς σε computers, ο επαναστάτης που δε δέχεται τη λογική του μονοπωλίου της πληροφορίας των πολυεθνικών και χρησιμοποιεί τις ικανότητές του για να ελευθερώσει το αγαθό. Ο rocker ανέκαθεν υπήρξε σύμβολο της αμφισβήτησης. Το κυβερνοπάνκ προέρχεται από εκείνο το βασίλειο, όπου αλληλοκαλύπτονται ως ένα βαθμό ο computer hacker με το rocker.
Οι συγγραφείς του κυβερνοπάνκ γοητεύονται από τέτοιες διασταυρώσεις, γιατί και οι ίδιοι είναι υβρίδια. Ανατράφηκαν μέσα στη λογοτεχνική παράδοση της επιστημονικής φαντασίας, αλλά και μέσα σ’ έναν αληθινά επιστημονικό – φανταστικό κόσμο. Στα κείμενά τους μιλούν γι’ αυτήν την νέα εποχή, για την πραγματικότητα και τις μεταλλάξεις που έχουν αρχίσει να επιτελούν οι σύγχρονες τεχνολογίες. Δεν έχουμε πια να κάνουμε με γαλαξιακές αυτοκρατορίες, άγριους εισβολείς από το διάστημα ή ξεστρατισμένους εξωγήινους, αλλά με συνθετικά σύμπαντα γεμάτα ασάφεια και απειλητική ρευστότητα, τηλαυτοματικούς πειρατές και κόσμους που κυμαίνονται ανάμεσα στο γέλιο και το μεθύσι, το τυχαίο και την αμνησία, το ομοίωμα και την εντροπία. Υπάρχουν παρ’ όλα αυτά, μερικοί παλαιότεροι συγγραφείς Ε.Φ. που μπορούν να θεωρηθούν ως οι πρόδρομοι του κυβερνοπάνκ: Harlain Ellison, Samuel Delany, Norman Spinrad, Michael Moorock, Brian Aldiss, J.G. Ballard από το νέο κύμα και Olaf Stapleton H.G. Wells, Larry Niven, Poul Anderson, Robert Heinlein από την παλαιότερη γενιά. Τέλος, οι κυβερνοπάνκ θαυμάζουν τους γηγενείς οραματιστές της Ε.Φ., όπως τους Philip Jose Farmer, John Varley, τεχνολογίας και λογοτεχνίας παραμένει αξεπέραστη.
Για τους κυβερνοπάνκ, η τεχνολογία είναι πλέον ενδογενής. Δεν είναι κάτι το απόμακρο. Αντίθετα, είναι το εντελώς οικείο, όχι έξω από εμάς, αλλά δίπλα σε εμάς, κάτω από την επιδερμίδα μας, συχνά, μέσα στο μυαλό μας.
Το τοπίο στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, οι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας και κυβερνοπάνκ είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. Ανάμεσα σ’ αυτούς όμως, διακρίνουμε το Θωμά Μαστακούρη, το Θανάση Βέμπο, τον πολύ μικρό σε ηλικία Αλέξανδρο Θεοφανίδη, καθώς και δύο γυναίκες, την Ανθίππη Φιαμού και την Μαρία Σαββίδου. Εκδόσεις, οι οποίες παρουσιάζουν ως επί το πλείστον ελληνική και ξένη Ε.Φ. και λογοτεχνία cyberpunk, είναι οι εκδόσεις «Ωρόρα», «Γαία», και «Aquarious».
…Ο Θανάσης Βέμπος είναι ίσως ο πιο χαρακτηριστικός συγγραφέας κυβερνοπάνκ στον ελληνικό χώρο. Δημοσιογράφος και μεταφραστής, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1963, σπούδασε Υγιεινή και Προγραμματισμό Κομπιούτερ και ασχολείται συστηματικά με τις διαστημικές πτήσεις, τη μελλοντολογία, τη κυβερνητική, τα φορτεανά πεδία, τη γενετική βιοτεχνολογία, την οικονομία, τη διεθνή πολιτική, τις πολεμικές τέχνες, το ροκ εντ ρολ και την επιστημονική φαντασία.
Ο κ. Βέμπος δέχτηκε να απαντήσει σε μια σειρά ερωτήσεων που του θέσαμε:
Ερ.: Ποιοι είναι εκείνοι που διαβάζουν λογοτεχνία κυβερνοπάνκ στην Ελλάδα;
Απ.: Είναι αυτοί που διαβάζουν και την υπόλοιπη επιστημονική φαντασία. Δεν νομίζω ότι υπάρχει διαφορά. Άλλωστε, είναι τόσο λίγοι… Πάντως, ο πιο γνωστός στον ελλαδικό χώρο συγγραφέας cyberpunk είναι ο Ουίλλιαμ Γκίμπσον, όχι επειδή είναι ο καλύτερος, αλλά επειδή πρώτος αυτός μεταφράστηκε και εκδόθηκε στα Ελληνικά.
Ερ.: Υπάρχουν Έλληνες συγγραφείς κυβερνοπάνκ σήμερα;
Απ.: Δεν νομίζω ότι υπάρχουν γιατί δεν έχουμε την ενημέρωση που έχει ο Αμερικανός ή ο Ευρωπαίος πάνω στο θέμα: Και αν την έχουμε, είναι με μεγαλύτερη καθυστέρηση. Ζούμε σε μια χώρα που δεν παράγει τεχνογνωσία. Όταν υπάρχει γνώση, τεχνογνωσία, τότε μπορείς να γράψεις επιστημονική φαντασία. Εδώ, τι να γράψεις; Καταλήγουμε να μιμούμαστε – καλώς ή κακώς – τους Αμερικανούς ή τους Ευρωπαίους και δανειζόμαστε από αυτούς τη γλώσσα, τους χαρακτήρες, ακόμη και τις ιδέες και την πλοκή.
Ερ.: Με τους εκδοτικούς οίκους τι γίνεται;
Απ.: Οι εκδοτικοί οίκοι είναι ανοιχτοί σε ό,τι πουλάει. Αν δουν ότι το κυβερνοπάνκ το κάνει αυτό θα μεταφράσουν βιβλία. Ούτως ή άλλως, υπάρχουν δύο ειδών εκδότες: Από τη μία οι έμποροι που ξέρουν την αγορά και έχουν μια εμπορική αντίληψη του θέματος, αν και δεν διαβάζουν βιβλία, δεν τους ενδιαφέρει. Και υπάρχουν και οι ιδεολόγοι εκδότες που είναι κατά πλειονότητα «μπατίρηδες», αλλά ξέρουν τα πάντα για το συγκεκριμένο είδος, έχουν κουλτούρα και μόρφωση, αλλά δεν είναι έμποροι.
Ερ.: Τι σημαίνει, τελικά για σένα το κυβερνοπάνκ;
Απ.: Το κυβερνοπάνκ είναι μια ώριμη αντιμετώπιση της επιστήμης, από την άποψη ότι γεννηθήκαμε με αυτήν, ζούμε με αυτήν και την αντιλαμβανόμαστε πια σαν δεδομένο. Δεν είναι ένα άπιαστο όνειρο. Έχει γίνει πραγματικότητα. Το κυβερνοπάνκ να καλύψει λοιπόν το κενό που αφήνει η κλασσική επιστημονική φαντασία, η οποία αδυνατεί να εκφράσει το πνεύμα της εποχής.
από το αρχείο μας
εφημερίδα: φοιτητική ΕΠΙκοινωνία, τεύχος 4
Βρείτε μας και στη σελίδα μας στο Facebook: φοιτητική ΕΠΙκοινωνία