Την είδηση πως πέρασα στο πανεπιστήμιο, την άκουσα στο υπόγειο όπου έκανα πρόβα με το μαθητικό μου συγκρότημα. Είχα επιστρέψει στην Καρδίτσα μετά απ΄ την καλοκαιρινή μου περιπλάνηση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και απλώς περίμενα.
Εμείς οι «αρχαίοι» δίναμε εξετάσεις το Σεπτέμβριο. Ολόκληρο το καλοκαίρι ήμουνα στην Αθήνα για φροντιστήριο και η γνωριμία μου με το Θάνο, τον Πέτρο και τους Γιωργάδες προχώρησε στη σύσταση των «Καταλυτών».
Επηρεασμένοι απ’ το μάθημα της Χημείας βλέπεις, αποφασίσαμε να δώσουμε ένα «χημικό» όνομα στο γκρουπάκι μας. Στις αρχές του Σεπτέμβρη ανέβηκα στη Σαλονίκη για τις εξετάσεις. Οι ορμώμενοι βορείως του Δομοκού έδιναν εξετάσεις στη συμπρωτεύουσα, οι νότιοι στην Αθήνα.
«Διονύση πέρασες στην Α.Β.Σ.Π.». Χάρηκα, ήταν βλέπεις το οριστικό μου διαβατήριο για Αθήνα. «Μάγκες σας έρχομαι. Οι «Καταλύτες» έχουν πλέον μόνιμο μπασίστα και τραγουδιστή».
Ξεμπέρδεψα γρήγορα με τα τυπικά, εγγραφή, γιατρούς και τα τοιαύτα και να λοιπόν εγώ, κάτοχος της υπ. Αριθμ. 720121 φοιτητικής ταυτότητας. Φοιτητής με τη βούλα που λένε. Ο Πειραιάς μου έπεφτε βέβαια κάπως μακριά απ’ τους Αμπελόκηπους όπου έμενα, αλλά εκεί θα κολλούσαμε τώρα; Σε λίγες μέρες βγήκαν και τα αποτελέσματα των επιλαχόντων. Ο Θάνος κι ο Γιώργος έγιναν κι αυτοί συμφοιτητές μου. Οι ελευθερίες που απολαμβάναμε τώρα ήταν μεγαλύτερες, δοθέντος ότι ο στόχος του Πανεπιστημίου είχε εκπληρωθεί. Έτσι βρέθηκαν ευκολότερα τα χρήματα για την προκαταβολή της αγοράς των οργάνων καθώς και για το νοίκι του «προβάδικου» στο Ν. Ηράκλειο.
Σε δύο μήνες ήμασταν έτοιμοι και ο έτερος Γιώργος της παρέας που εκτελούσε χρέη μάνατζερ, μας βρήκε δουλειά στο «Φλοίσκο», γωνία Φ. Νέγρη και Ι. Δροσοπούλου. Παίζαμε support στους μεταλλαγμένους (χωρίς τον Πουλικάκο) M.G.C., ενώ σε κάποια μουσικά πρωινά βρεθήκαμε ν’ ανοίγουμε τις συναυλίες πριν απ’ τους, θρυλικούς πλέον, SOCRATES.
Παράλληλα με τη μουσική μου δραστηριότητα, δεν θα μπορούσα να μείνω έξω απ΄ το γενικό αντιχουντικό κλίμα της εποχής. Παιδί αριστερών βλέπεις δεν δυσκολεύτηκα να βρω το δρόμο μου για τις παράνομες οργανώσεις. Οργανώθηκα στην Αντιδικτατορική Ε.Φ.Ε.Ε. και φρόντιζα να είμαι συνεπής παντού. Αναγκάστηκα να κόψω και κάποιες κακές συνήθειες (τζόγος, πόκα και τα ρέστα) αλλά μάλλον σε καλό μου βγήκε.
Απ’ τον πρώτο κιόλας καιρό οι φίλοι στο συγκρότημα, συνήθισαν σε κάποιες εξαφανίσεις μου. «Πάλι μπλεξίματα με την Ασφάλεια έχει ο μαλάκας» έλεγαν μεταξύ τους αλλά προς τιμήν τους, ποτέ δεν μου το πέταξαν κατάμουτρα.
Υπηρετούσε στο σπουδαστικό τμήμα της Ασφάλειας Πειραιά, ένας αστυνομικός (Κοκκινάκης) ο οποίος μάλλον με είχε χρεωθεί. Ηλικιωμένος άνθρωπος ήταν, δύο-τρία χρόνια πριν αν συνταξιοδοτηθεί, έμοιαζε περίπου απρόθυμος στα καθήκοντα της παρακολούθησης και των συλλήψεων με τα οποία τον είχαν φορτώσει. Άλλωστε λόγω ηλικίας έμοιαζε μύγα μέσ’ στο γάλα στις συγκεντρώσεις ή τις συζητήσεις στα καφενεία απέναντι απ’ τη σχολή. Όταν τον έβλεπα να έρχεται προς το μέρος μου, καταλάβαινα πως το αφεντικό του, ο αστυνόμος Τσαλίκης, με ζήταγε για καμιά εκφοβιστική «κουβεντούλα» στο τμήμα. «Πάμε Διονυσάκο». Ούτε ρωτούσα που και γιατί. Τον ακολουθούσα σε απόσταση δυο μέτρων κι εκείνος έδειχνε να το καταλαβαίνει πως τουλάχιστον δεν μπορούσα να βαδίζω μαζί του πλάι – πλάι.
Κάποιο βράδυ Σαββάτου (φίσκα ο Φλοίσκος), λίγο πριν ξεκινήσουμε γύρισα το βλέμμα μου ασυναίσθητα προς την πόρτα και τον είδα. Θύμωσα πολύ περισσότερο απ’ ό,τι φοβήθηκα. Έτρεξα προς το μέρος του, τον τράβηξα προς την έξοδο και του είπα: «Αφήστε με ήσυχο ρε». – «Δεν με έστειλαν Διονυσάκο, μόνος μου ήρθα, να δω που δουλεύεις και να πιω κάνα ποτό, αλλά πολύ νεολαία ρε παιδί μου, μάλλον δεν με παίρνει, ε;» «Δεν σε παίρνει καληνύχτα».
Λίγους μήνες μετά, η Χούντα έπεσε κι αυτός για ευνόητους λόγους, μετατέθηκε απ’ τον Πειραιά. Δεν τον ξαναείδα. Θα ήθελα όμως να μάθω αν και πως ζει και να τον κεράσω εκείνο το ποτό που ήθελε να πιει, δήθεν αυτοβούλως. Α!!! επί τη ευκαιρία ψάχνω και κάποιον ονόματι Θωμά, με βαθύ σημάδι στο πρόσωπο, δύο – τρία χρόνια μεγαλύτερό μου, για εντελώς άλλους λόγους. Βλέπεις, εκείνη η κλοτσιά στα νερά την ώρα της ανάκρισης, με ταλαιπωρεί ακόμα. Φοράω πάντα καινούργιες μπότες και προπάντων μυτερές.
από το αρχείο μας : ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
φοιτητική ΕΠΙκοινωνία. τεύχος 33, ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1997 – ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 1998
Βρείτε μας και στις σελίδες μας στο Facebook:
Η Μουσική σήμερα Music today
Η Καρδίτσα σήμερα Karditsa today
Περισσότερες πληροφορίες για τον Διονύση Τσακνή εδώ