- Διαφήμιση -

Η δημοκρατία του κοινωνικού μέλλοντός μας

Πρό­λο­γος  στο βιβλίο του Ανδρέα Ν. Λύτρα

 

Από τον Βασί­λη Τακτικό

 

Το βιβλίο του Ανδρέα Λύτρα  «η δημο­κρα­τία του κοι­νω­νι­κού μέλ­λο­ντός μας» εξε­τά­ζει την εξέ­λι­ξη στις τρείς βασι­κές αρχές, στις οποί­ες οικο­δο­μή­θη­κε το όρα­μα της νεω­τε­ρι­κό­τη­τας, δηλα­δή την ελευ­θε­ρία, την ισό­τη­τα και την αδελ­φό­τη­τα, ενώ θέτει το θεμε­λια­κό ερώ­τη­μα: κατά πόσο οι αρχές  αυτές εκπλη­ρώ­θη­καν ιστο­ρι­κά ή παρα­μέ­νουν ζητού­με­νο σε σχέ­ση πάντα με την πρό­ο­δο της δημοκρατίας;

Σε μια πρώ­τη προ­σέγ­γι­ση, δια­κό­σια τριά­ντα περί­που χρό­νια μετά την γαλ­λι­κή επα­νά­στα­ση που τέθη­καν για πρώ­τη φορά ξεκά­θα­ρα  αυτές οι αρχές,  παρά τους κοι­νω­νι­κούς και πολ­λές φορές αιμα­τη­ρούς ταξι­κούς αγώ­νες, οι  ιδε­ο­λο­γι­κές και πολι­τι­κές προσ­δο­κί­ες, παρα­μέ­νουν εν πολ­λοίς ανεκ­πλή­ρω­τες. Ιδιαί­τε­ρα σε ότι αφο­ρά το αίτη­μα της ισό­τη­τας και αδελ­φό­τη­τας τα τελευ­ταία χρό­νια υπάρ­χει σημα­ντι­κό άνοιγ­μα και  πισω­γύ­ρι­σμα, μολο­νό­τι περι­στα­σια­κά οι ανι­σό­τη­τες, για μια τρια­ντα­κο­ντα­ε­τία μετά τον δεύ­τε­ρο παγκό­σμιο πόλε­μο, είχαν μειωθεί.

Είναι αλή­θεια ωστό­σο, τα εισο­δή­μα­τα πολ­λα­πλα­σιά­στη­καν συγκρι­τι­κά με τις προ­βιο­μη­χνι­κές κοι­νω­νί­ες και η ζωή βελ­τιώ­θη­κε στο γενι­κό πλη­θυ­σμό σε πολ­λά επί­πε­δα, χάρις στις τεχνο­λο­γί­ες της Α΄και Β΄βιομηχνικής επα­νά­στα­σης. Οι πολι­τι­κοί θεσμοί όμως, εάν εξαι­ρέ­σει κανείς τα ανθρώ­πι­να δικαιώ­μα­τα και την ψήφο των γυναι­κών, ελά­χι­στα εξε­λί­χθη­καν αντί­στοι­χα με τις τεχνο­λο­γι­κές δυνα­τό­τη­τες καθώς έχου­με εισέλ­θει στην περί­ο­δο της  Γ΄, ίσως και της Δ΄, βιο­μη­χα­νι­κής επα­νά­στα­σης. Ιδιαί­τε­ρα εάν θέσου­με το ερώ­τη­μα: κατά πόσο η αντι­προ­σω­πευ­τι­κή δημο­κρα­τία εγγυά­ται το ουσια­στι­κό περιε­χό­με­νο για την ελευ­θε­ρία, ισό­τη­τα και την αδελ­φό­τη­τα;

Η ελευ­θε­ρία, ως έννοια, στο δυτι­κό κυρί­ως κόσμο, περιο­ρί­στη­κε στην ελεύ­θε­ρη επι­λο­γή στην αγο­ρά και στην τυπι­κή ελευ­θε­ρία της ψήφου. Η πολι­τι­κή ελευ­θε­ρία καθυ­στέ­ρη­σε πολύ να γίνει πρά­ξη, ενώ ταλαι­πω­ρή­θη­κε, από εκτρο­πές, αυταρ­χι­σμούς, φασι­στι­κές παρεμ­βο­λές και δικτα­το­ρί­ες, μέχρι και τις τελευ­ταί­ες δεκα­ε­τί­ες του εικο­στού αιώ­να. Ακό­μη συνυ­πάρ­χει με ένα σύστη­μα ποι­νών που παρα­βιά­ζει αντί να προ­α­σπί­ζε­ται το νόη­μα και το περιε­χό­με­νό της.

Η ισό­τη­τα, ανα­γνω­ρί­στη­κε μόνο ως ισό­τη­τα απέ­να­ντι στο νόμο. Αν και ήταν μια θετι­κή εξέ­λι­ξη, σε σχέ­ση με το παλαιό καθε­στώς, υπήρ­ξε ανε­παρ­κής, καθώς παρέ­καμ­ψε την πραγ­μα­τι­κή οικο­νο­μι­κή και εκπαι­δευ­τι­κή ανι­σό­τη­τα, όπως και την ανι­σό­τη­τα των ευκαι­ριών. Για όσο διά­στη­μα ορι­σμέ­νες μειο­νό­τη­τες είχαν απο­κλει­στι­κώς τα δικαιώ­μα­τα του «εκλέ­γειν» και του «εκλέ­γε­σθαι», οι νόμοι αντα­πο­κρι­νό­ντου­σαν μόνον στα συμ­φέ­ρο­ντα των ολι­γαρ­χιών και επο­μέ­νως η ισό­τη­τα ένα­ντι του νόμου ήταν υποκριτική.

Η αδελ­φό­τη­τα, αντι­με­τω­πί­ζε­ται ακό­μη ως ζήτη­μα αλλη­λεγ­γύ­ης με τη μορ­φή της περι­στα­σια­κής  φιλαν­θρω­πί­ας. Η αδελ­φό­τη­τα υπήρ­ξε από την πρώ­τη στιγ­μή ανυ­πό­στα­τη και παρα­πε­τα­μέ­νη από τη νεω­τε­ρι­κή πολι­τεία. Το υπο­κα­τά­στα­τό της, δηλα­δή η κοι­νω­νι­κή αλλη­λεγ­γύη, ήταν μια κατα­φυ­γή των ισχνών μειο­νο­τή­των των ισχυ­ρών, για να απο­φύ­γουν την αναί­ρε­ση των προ­νο­μί­ων τους, σε πολύ δύσκο­λες επο­χές για την οικο­νο­μι­κή και κοι­νω­νι­κή οργά­νω­ση. Με παρο­χές και δοσί­μα­τα, τα οποία μπο­ρού­σαν και να αναι­ρε­θούν, κατεύ­να­σαν την κοι­νω­νι­κή ορμή για ουσια­στι­κούς μετα­σχη­μα­τι­σμούς και παρεί­χαν δυνα­τό­τη­τες στους ταπει­νούς, που προ­σο­μοί­α­ζαν με την αξιο­πρε­πή επι­βί­ω­ση και αρκε­τές φορές συγ­χέ­ο­νται με τα κοι­νω­νι­κά δικαιώ­μα­τα. Στο τέλος αυτού του κύκλου, οι πολι­τι­κοί και ιδε­ο­λο­γι­κοί εκπρό­σω­ποι των ισχνών μειο­νο­τή­των ισχυ­ρί­στη­καν, ότι οι ωφε­λού­με­νοι από τις παρο­χές της «κοι­νω­νι­κής αλλη­λεγ­γύ­ης» ήταν παρα­σι­τι­κοί για την κοι­νω­νία και η «ευφο­ρία τους επι­βα­ρυ­ντι­κή για την εφο­ρία». Η αδελ­φό­τη­τα είναι ακό­μη απού­σα, ενώ οφεί­λου­με να τήν κάνου­με για πρώ­τη φορά πραγματικότητα.

Το τρί­πτυ­χο ελευ­θε­ρία, ισό­τη­τα, αδελ­φό­τη­τα, εξ αρχής δια­χω­ρί­στη­κε επί της ουσί­ας  από δυο κύρια ιδε­ο­λο­γι­κά ρεύ­μα­τα τους φιλε­λεύ­θε­ρους και τους σοσια­λι­στές, με διά­φο­ρες αποχρώσεις.

Οι φιλε­λεύ­θε­ροι έκτο­τε μιλούν για την ελευ­θε­ρία έκφρα­σης, την ισό­τη­τα απέ­να­ντι στον νόμο και την ελεύ­θε­ρη επι­λο­γή στη αγο­ρά, ενώ οι σοσια­λι­στές μιλούν αντί­στοι­χα για την ισό­τη­τα και την αλλη­λεγ­γύη, μέσω της ανα­δια­νο­μής, χωρίς όμως να μπο­ρούν να τιθα­σεύ­σουν το κεφά­λαιο και το συγκε­ντρω­τι­κό κρά­τος που διαιω­νί­ζουν τις ανι­σό­τη­τες. Αντί­θε­τα με τις επι­διώ­ξεις τους το κρά­τος πρό­νοιας περιο­ρί­ζε­ται τα τελευ­ταία χρόνια.

Ποιες είναι οι αιτί­ες που καθη­λώ­νουν πράγ­μα­τι την κοι­νω­νι­κή και θεσμι­κή εξέ­λι­ξη, αλλά και την πρό­ο­δο στο μέλ­λον της δημο­κρα­τί­ας; Ο συγ­γρα­φέ­ας συν­δέ­ει το έλλειμ­μα της ελευ­θε­ρί­ας, ισό­τη­τας, αδελ­φό­τη­τας με το εγγε­νές πρό­βλη­μα του συγκε­ντρω­τι­σμού και της αντι­προ­σω­πευ­τι­κής της δημο­κρα­τί­ας, σε μια επο­χή που το συγκε­ντρω­τι­κό μοντέ­λο δεν είναι ευνοϊ­κό για την ανά­πτυ­ξη της παρα­γω­γής και της οικο­νο­μί­ας, ούτε βέβαια για την ανά­πτυ­ξη της απα­σχό­λη­σης και της παιδείας.

Για το ξεπέ­ρα­σμα αυτών των ελλειμ­μά­των θέτει ανα­λυ­τι­κές προ­ϋ­πο­θέ­σεις:  α) Τον μετα­σχη­μα­τι­σμό της  πολι­τι­κής δημο­κρα­τί­ας προς την συμ­με­το­χι­κή δημο­κρα­τία και την μετά­βα­ση  από την άσκη­ση της δύνα­μης στη συλ­λο­γι­κή έκφρα­ση και από­φα­ση. β) Τον εκδη­μο­κρα­τι­σμό της απα­σχό­λη­σης και την αυτο­νο­μία στην εργα­σία. γ) Την ελεύ­θε­ρη πρό­σβα­ση στη γνώ­ση, την παι­δεία και  την κουλ­τού­ρα του 21ου αιώ­να. δ) Την βιώ­σι­μη ανά­πτυ­ξη στο γαλά­ζιο πλα­νή­τη και την πρά­σι­νη «ανα­θέρ­μαν­ση». Όλες αυτές οι προ­ϋ­πο­θέ­σεις συμ­βάλ­λουν στην κοι­νω­νι­κή δημο­κρα­τία του μέλ­λο­ντός μας.

Με την προ­σέγ­γι­ση αυτή ανα­δει­κνύ­ει μια  σει­ρά από τις  αιτί­ες που προ­κα­λούν την υστέ­ρη­ση της προ­ό­δου και  ταυ­τό­χρο­να θέτει τη μεγά­λη πρό­κλη­ση στην επο­χή μας, που είναι η μετα­τρο­πή της υπέρ-επάρ­κειας των οικο­νο­μι­κών πόρων, από  προ­νό­μια μιας απί­στευ­τα μικρής μειο­νό­τη­τας, σε συστα­τι­κά της ευη­με­ρί­ας της μεγά­λης πλειο­νό­τη­τας των παγκό­σμιων πλη­θυ­σμών. Πρό­κει­ται για οικο­νο­μι­κούς πόρους,  που απορ­ρέ­ουν από την απαι­τη­τι­κή γνώ­ση και τη δυνα­μι­κή των μεγά­λων σημε­ρι­νών τεχνο­λο­γι­κών δυνα­το­τή­των, οι οποί­ες θα μπο­ρού­σαν να προ­σφέ­ρουν  αγα­θά υπέρ του συνό­λου της ανθρωπότητας.

Το πρό­βλη­μα σήμε­ρα είναι ότι οι  πολί­τες, νιώ­θουν ότι έχει χαθεί η πολι­τι­κο-ιδε­ο­λο­γι­κή πυξί­δα που υπήρ­χε στο παρελ­θόν και δεν βρί­σκουν το λόγο να συμ­με­τέ­χουν ενερ­γά σε κόμ­μα­τα, τα οποία στην ουσία δεν υπα­γο­ρεύ­ουν αυτό­νο­μη πολι­τι­κή, αλλά  κάνουν απλώς δια­χεί­ρι­ση της εξου­σί­ας. Η εναλ­λα­κτι­κή πρό­τα­ση του συγ­γρα­φέα είναι ότι, η πολι­τι­κή υφί­στα­ται και πέραν των κομ­μά­των, στην τοπι­κή αυτο­διοί­κη­ση, την κοι­νω­νία πολι­τών, τους χώρους των συν­δι­κά­των της εργα­σί­ας και τις οργα­νώ­σεις του συνερ­γα­τι­σμού, στους οποί­ους μπο­ρεί απο­τε­λε­σμα­τι­κά να συμ­με­τέ­χει ο πολί­της. Άρα, η εφαρ­μο­γή της αυθε­ντι­κής δημο­κρα­τί­ας, σε αντί­θε­ση με την συγκε­ντρο­ποί­η­ση της εξου­σί­ας και του πλού­του που επι­βάλ­λει το παρόν σύστη­μα, είναι ο στό­χος της έρευνας.

Δια­πι­στώ­νε­ται ότι η δημο­κρα­τία ακυ­ρώ­νε­ται εν πολ­λοίς από την επι­βο­λή των εκπρο­σώ­πων του πλού­του και των συνα­κό­λου­θων προ­νο­μί­ων τους στην οργά­νω­ση και τη λει­τουρ­γία της πολι­τεί­ας. Η δημο­κρα­τία πάσχει βαριά, όταν το σύνταγ­μα γρά­φει ότι όλες οι εξου­σί­ες απορ­ρέ­ουν από το λαό (ή το έθνος) και ασκού­νται διά των εκπρο­σώ­πων του, υπέρ του λαού, ενώ στην πρά­ξη ένα μέρος των λει­τουρ­γιών της εξου­σί­ας ασκού­νται από φορείς ρόλων που προ­σι­διά­ζουν στην απο­λυ­ταρ­χία. Η δημο­κρα­τία παρα­βιά­ζε­ται, όταν, ουσια­στι­κά, η εκτε­λε­στι­κή λει­τουρ­γία της εξου­σί­ας επι­βάλ­λει, με άμε­σες και έμμε­σες παρεμ­βά­σεις (π.χ. κομ­μα­τι­κή πει­θαρ­χία), τους κανό­νες της πολι­τεί­ας, συμπιέ­ζο­ντας τις αρμο­διό­τη­τες των νομο­θε­τι­κών σωμά­των. Η δημο­κρα­τία κατα­πο­νεί­ται από την ουσιώ­δη αδυ­να­μία της πλειο­νό­τη­τας των πολι­τών να έχει πρό­σβα­ση για την ανά­δει­ξή τους στα δημό­σια αξιώ­μα­τα και τα σώμα­τα αντι­προ­σώ­πευ­σης. Η δημο­κρα­τία απου­σιά­ζει από την καθη­με­ρι­νή ζωή των πολι­τών, όταν δεν ανα­πτύσ­σε­ται μια κοι­νω­νι­κά ελεγ­χό­με­νη τοπι­κή αυτο­διοί­κη­ση, η οποία συν­δυά­ζει την αυθε­ντι­κή εκπρο­σώ­πη­ση με τις θεσμι­κές συνέρ­γειες της άμε­σης δημο­κρα­τί­ας, και βέβαια χωρίς σημα­ντι­κές αρμο­διό­τη­τες και πόρους.

Η δημο­κρα­τία επί­σης βρί­σκε­ται σε αλλη­λε­πί­δρα­ση με το κυρί­αρ­χο μοντέ­λο της απα­σχό­λη­σης. Η μισθω­τή εργα­σία είναι η κυρί­αρ­χη και ολο­κλη­ρω­τι­κή σχέ­ση που συν­δέ­ει το κεφά­λαιο με την εργα­σία. Το μεί­ζον μέρος των ανε­πτυγ­μέ­νων οικο­νο­μιών χαρα­κτη­ρί­ζο­νται από αυτή την σχέ­ση. Έτσι η απα­σχό­λη­ση και η επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα είναι τα πεδία, στα οποία είναι πλή­ρως απού­σα η δημο­κρα­τία. Συμ­βο­λι­κά μπο­ρού­με να πού­με ότι για τις μεγά­λες μάζες των παγκό­σμιων πλη­θυ­σμών, μόλις εντάσ­σο­νται στους οικο­νο­μι­κούς θεσμούς και την επαγ­γελ­μα­τι­κή ενα­σχό­λη­ση, χάνουν σχε­δόν αυτο­μά­τως τα περισ­σό­τε­ρα χαρ­κτη­ρι­στι­κά του ελεύ­θε­ρου πολί­τη, στο βαθ­μό που είναι μισθω­τοί, πράγ­μα που σημαί­νει υπάλ­λη­λοι των εργο­δο­τών τους.

Οι επι­χει­ρη­μα­τί­ες, που είναι εργο­δό­τες, στις ανα­πτυγ­μέ­νες χώρες, είναι λιγό­τε­ροι από το 5% των εργα­ζο­μέ­νων και απα­σχο­λούν γιγά­ντιες ομά­δες των μισθω­τών, δηλα­δή κοντά στο 80% με 90% των απα­σχο­λου­μέ­νων (στις ΗΠΑ κοντά στο 95%). Το κέρ­δος, οι φόροι, οι ασφα­λι­στι­κές εισφο­ρές και όλο το ασφα­λι­στι­κό σύστη­μα εξαρ­τώ­νται, κατά κύριο λόγο, από τη μισθω­τή εργα­σία. Χωρίς τη μισθω­τή εργα­σία δεν θα μπο­ρού­σαν να υπάρ­ξουν οι παρού­σες ανι­σό­τη­τες, αλλά και η ανε­λευ­θε­ρία, ο συγκε­ντρω­τι­σμός, όπως και το έλλειμ­μα δημοκρατίας.

Το παρά­δο­ξο είναι ότι το δόγ­μα της μισθω­τής εργα­σί­ας, που ενι­σχύ­ει την ανι­σό­τη­τα, δεν τό ξεπέ­ρα­σαν στην βιο­μη­χα­νι­κή επο­χή ούτε τα λεγό­με­να προ­ο­δευ­τι­κά και αρι­στε­ρά κόμ­μα­τα. Το δημο­κρα­τι­κό μοντέ­λο του συνερ­γα­τι­σμού και των συνε­ται­ρι­σμών περιο­ρί­στη­κε σε μικρή κλί­μα­κα. Τα φιλο­ερ­γα­τι­κά κόμ­μα­τα που επέν­δυ­σαν πολι­τι­κά στο συν­δι­κα­λι­σμό της αύξη­σης της τιμής του εμπο­ρεύ­μα­τος, που λέγε­ται εργα­σία, δεν κατόρ­θω­σαν να βελ­τιώ­σουν, παρά μόνο περι­στα­σια­κά, τις σχέ­σεις εργα­σί­ας. Απο­τέ­λε­σμα είναι ότι το μερί­διο της εργα­σί­ας σε σχέ­ση με το κέρ­δος του κεφα­λαί­ου μειώ­θη­κε τα τελευ­ταία 40 χρό­νια, όταν δηλα­δή οι νέες τεχνο­λο­γί­ες ισχυ­ρο­ποί­η­σαν τις μεγά­λες εργο­δο­σί­ες. Είναι προ­φα­νές ότι η προ­νο­μια­κή κατά­στα­ση των εργο­δο­τών- επι­χει­ρη­μα­τιών βασί­ζε­ται στην περι­χα­ρά­κω­ση της ιδιο­κτη­σί­ας τους και σε ορι­σμέ­νες λεό­ντιες θεσμι­κές ρυθ­μί­σεις που ωφε­λούν απο­κλει­στι­κώς τους οικο­νο­μι­κά ισχυρούς.

Παράλ­λη­λα, εμφα­νί­στη­κε πιο έντο­να το φαι­νό­με­νο της εργα­τι­κής αρι­στο­κρα­τί­ας σε στε­λέ­χη μεγά­λων εται­ρειών, τις τρά­πε­ζες, αλλά ακό­μη και στο δημό­σιο, δημιουρ­γώ­ντας άλλη μία βασι­κή αιτία της ανι­σό­τη­τας. Οι εργα­ζό­με­νοι ως διευ­θυ­ντι­κά στε­λέ­χη στην κορυ­φή της ιεραρ­χί­ας απο­λαμ­βά­νουν μισθούς δεκά­δες και εκα­το­ντά­δες φορές υψη­λό­τε­ρους από την βάση της πυρα­μί­δας της μισθω­τής εργασίας.

Αυτές οι ανι­σό­τη­τες, είτε προ­κα­λού­νται από τον εντει­νό­με­νο συγκε­ντρω­τι­σμό του κεφα­λαί­ου σε μια πολύ μικρή μερί­δα του πλη­θυ­σμού είτε δευ­τε­ρευό­ντως ενι­σχύ­ο­νται από την «αρι­στο­κρα­τία» της εργα­σί­ας, δημιουρ­γούν τελι­κά εμπλο­κές στο σύστη­μα είτε με την κρί­ση των αγο­ρών είτε με την υψη­λή ανερ­γία. Μια ανερ­γία της τάξης του 20% του εργα­τι­κού δυνα­μι­κού, που έχου­με στην Ελλά­δα, δηλώ­νει έναν καπι­τα­λι­σμό σε πλή­ρη εμπλο­κή. Στην ουσία δεν λει­τουρ­γεί. Μια από τις αιτί­ες της μεγά­λης ανερ­γί­ας είναι η μίζε­ρη αντι­με­τώ­πι­ση της οικο­νο­μί­ας από την κερ­δο­σκο­πι­κή επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα, η οποία εκτι­μά ότι τα μελ­λο­ντι­κά κέρ­δη θα είναι μικρό­τε­ρα από τις προσ­δο­κί­ες της. Η ανά­γκη της για περιο­ρι­σμέ­νες δια­κιν­δυ­νεύ­σεις μετα­βάλ­λουν την ανε­νέρ­γεια στη μόνη δρά­ση της.

Το κρά­τος, ιδί­ως σε περι­βάλ­λον ολο­κλη­ρώ­σε­ων και κοι­νού νομί­σμα­τος, είναι αδύ­να­τον να ενερ­γο­ποι­ή­σει τις γνω­στές από το παρελ­θόν μεθό­δους ενί­σχυ­σης της απα­σχό­λη­σης. Σε αυτές τις στιγ­μές απαι­τού­νται συν­θε­τι­κές και­νο­το­μί­ες με τη συμπλη­ρω­μα­τι­κή χρη­μα­το­δό­τη­ση, μετα­ξύ ιδιω­τι­κού και δημό­σιου τομέα, των προ­γραμ­μά­των κατα­πο­λέ­μη­σης της ανερ­γί­ας, την αξιο­ποί­η­ση μοντέ­λων απα­σχό­λη­σης που μπο­ρούν να λει­τουρ­γή­σουν ταχέ­ως και απο­τε­λε­σμα­τι­κά, όπως η αυτό­νο­μη εργα­σία, και τον κατάλ­λη­λο επι­τα­χυ­ντή, δηλα­δή τον συνερ­γα­τι­σμό, ο οποί­ος δεν εμπε­ριέ­χει στα συστα­τι­κά του την απαί­τη­ση για την πραγ­μα­το­ποί­η­ση κερδών.

Η βελ­τί­ω­ση της δια­νο­μής επι­τεύ­χθη­κε, σε ορι­σμέ­νες μικρό­τε­ρες ή ευρύ­τε­ρες ιστο­ρι­κές συγκυ­ρί­ες, αλλά αυτή ήταν αστα­θής και γνώ­ρι­σε συνε­χείς παλι­νω­δί­ες. Η δημο­κρα­τι­κή κατα­νο­μή, όμως, ουδέ­πο­τε επι­τεύ­χθη­κε σε συν­θή­κες οικο­νο­μί­ας της αγο­ράς. Το αίτη­μα για τον εκδη­μο­κρα­τι­σμό της απα­σχό­λη­σης υπερ­βαί­νει την απλή και συγκυ­ρια­κή βελ­τί­ω­ση του εισο­δή­μα­τος και σκο­πεύ­ει στη στα­δια­κή από­σπα­ση μεγά­λων μαζών από το καθε­στώς της μισθω­τής εργα­σί­ας, μέσω της ενί­σχυ­σης της εργα­σια­κής αυτονομίας.

Επο­μέ­νως, η εργα­σια­κή αυτο­νο­μία αντα­πο­κρί­νε­ται στην επι­τυ­χη­μέ­νη εργα­σια­κή οργά­νω­ση και εκβάλ­λει με τρεις βασι­κά τρό­πους και στην οικο­νο­μι­κή δημο­κρα­τία (στη δημο­κρα­τία της κατα­νο­μής του πλού­του). Ο πρώ­τος τρό­πος είναι ότι οι αυτό­νο­μοι εργα­ζό­με­νοι είναι συνερ­γά­τες και όχι υπάλ­λη­λοι και επο­μέ­νως περιο­ρί­ζουν τις, ασύμ­πτω­τες με την οικο­νο­μι­κή ελευ­θε­ρία, όψεις του γρα­φειο­κρα­τι­κού αυταρ­χι­σμού, ο οποί­ος συνή­θως ονο­μά­ζε­ται διευ­θυ­ντι­κό δικαί­ω­μα. Ο δεύ­τε­ρος τρό­πος είναι πως οι αυτό­νο­μοι εργα­ζό­με­νοι έχουν οικο­νο­μι­κές διε­ξό­δους είτε στην παράλ­λη­λη αντα­γω­νι­στι­κή αγο­ρά είτε στον δυνη­τι­κά ισχυ­ρό­τε­ρο συνερ­γα­τι­σμό μετα­ξύ των αυτό­νο­μων εργα­ζο­μέ­νων. Ο τρί­τος τρό­πος απορ­ρέ­ει από το νέο ποσο­τι­κό συσχε­τι­σμό των δυνά­με­ων της απα­σχό­λη­σης. Όσο περιο­ρί­ζε­ται ο αριθ­μός των δια­θέ­σι­μων μισθω­τών, με την αύξη­ση των αυτό­νο­μων εργα­ζο­μέ­νων, τόσο η τάση αύξη­σης των μισθών θα γίνε­ται πιο αισθη­τή. Εκεί­νη την επι­θυ­μη­τή στιγ­μή ένα μεγα­λύ­τε­ρο μέρος των ανέρ­γων θα απα­σχο­λεί­ται και μάλι­στα με σχε­τι­κά υψη­λό­τε­ρο εισόδημα.

Σε μια  δημο­κρα­τία βιώ­σι­μη για το μέλ­λον, υπο­στη­ρί­ζει ο συγ­γρα­φέ­ας, ο συνερ­γα­τι­σμός δύνα­ται και οφεί­λει να δια­δρα­μα­τί­σει πιο ουσια­στι­κό ρόλο στην ανά­πτυ­ξη, την κατα­νο­μή της δύνα­μης στους τομείς παρα­γω­γής και τη δημιουρ­γι­κή απα­σχό­λη­ση με αξιο­πρε­πή εισο­δή­μα­τα. Η κρί­σι­μη δια­δι­κα­σία, για την αλλα­γή του συσχε­τι­σμού της οικο­νο­μι­κής δύνα­μης ανά­με­σα στο κρά­τος, την κερ­δο­σκο­πία και το συνερ­γα­τι­σμό, είναι η δημο­κρα­τι­κή πολι­τι­κή. Η ενί­σχυ­ση του ρόλου του συνερ­γα­τι­σμού είναι ο βασι­κός επι­τα­χυ­ντής της δημο­κρα­τί­ας στην επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα. Ταυ­τό­χρο­να η προσ­δο­κία για την πλή­ρη απα­σχό­λη­ση, στην επο­χή μας, συν­δέ­ε­ται, απο­κλει­στι­κώς, με τον συνερ­γα­τι­σμό και την ενερ­γο­ποί­η­ση της δημιουρ­γι­κό­τη­τας του. Η μόνη απαί­τη­ση, από τους θεσμούς και τους δια­χει­ρι­στές της πολι­τι­κής δύνα­μης, είναι η άρση των δια­δι­κα­στι­κών εμποδίων.

Η μετα­βο­λή των πολι­τι­κών συσχε­τι­σμών συμ­βάλ­λει στην από­φα­ση, να μετα­θέ­σει το κρά­τος στο συνερ­γα­τι­σμό σημα­ντι­κά αντι­κεί­με­να της κοι­νω­νι­κής πολι­τι­κής, που χρη­μα­το­δο­τού­νται κυρί­ως από τους εργα­ζό­με­νους. Βασι­κό παρά­δειγ­μα στην παρού­σα πρό­τα­ση είναι η μετα­τρο­πή των ταμεί­ων της κοι­νω­νι­κής ασφά­λι­σης σε συνερ­γα­τι­κά αλλη­λα­σφα­λι­στι­κά ταμεία, με αυτο­διοί­κη­ση από τα μέλη τους. Η ενσω­μά­τω­ση της ασφά­λι­σης στο συνερ­γα­τι­σμό, ως πρώ­το βήμα, μπο­ρεί να δημιουρ­γή­σει μια τάση για τη γρή­γο­ρη κατά­κτη­ση, από τον συνερ­γα­τι­σμό, του 20% του εθνι­κού πλού­του στις χώρες της Ευρω­παϊ­κής Ένω­σης. Πρό­σθε­τη δυνα­μι­κή θα εκφρα­στεί από τη διεύ­ρυν­ση του χώρου των (και σήμε­ρα) αξιό­πι­στων συνερ­γα­τι­κών τρα­πε­ζών, με τη μαγιά από τα δια­θέ­σι­μα των αλλη­λα­σφα­λι­στι­κών ταμείων.

Από αυτήν την αφε­τη­ρία η προ­ο­πτι­κή της αύξη­σης της συνει­σφο­ράς του συνερ­γα­τι­σμού, στο ένα τρί­το του εθνι­κού πλού­του, στο ίδιο περι­φε­ρεια­κό πλαί­σιο, είναι απο­λύ­τως εφι­κτή. Η αισιο­δο­ξία αυτή συγ­χνω­τί­ζε­ται με τη βεβαιό­τη­τα, ότι η αύξη­ση θα προ­έρ­χε­ται και από την παράλ­λη­λη επέ­κτα­ση του πλού­του, σε μια εύλο­γη χρο­νι­κή περί­ο­δο (ίσως συντο­μό­τε­ρα από 25 χρό­νια). Στο νέο πλαί­σιο της οικο­νο­μι­κής συμπλη­ρω­μα­τι­κό­τη­τας, ο συνερ­γα­τι­σμός θα εκφρά­ζει, και στην παρα­γω­γή, τη δημο­κρα­τι­κή οργά­νω­ση, την ευρεία κοι­νω­νι­κή συμ­με­το­χή και την αξιο­πρε­πή εισο­δη­μα­τι­κή από­δο­ση της επαγ­γελ­μα­τι­κής δημιουργικότητας.

Η ανοι­κτή πρό­σβα­ση στην γνώ­ση ένας πολύ σημα­ντι­κός παρά­γο­ντας για το ξεπέ­ρα­σμα της ιστο­ρι­κής αγκύ­λω­σης τόσο της ίδιας της δημο­κρα­τί­ας όσο και του δια­νοη­τι­κού κεφα­λαί­ου. Η παι­δεία στον εικο­στό αιώ­να ήταν επι­λε­κτι­κή, κατά την υπο­χρε­ω­τι­κή δια­βί­βα­ση της γνώ­σης, και από­μα­κρη από την κουλ­τού­ρα. Η γνώ­ση παρέ­μει­νε διά μακρόν ένας προ­νο­μια­κός χώρος, για μικρές μειο­νό­τη­τες. Η γνώ­ση που υπο­χρε­ω­τι­κά λάμ­βα­νε ο μέσος άνθρω­πος είχε στό­χο την επι­βε­βαί­ω­ση της μαζι­κής υπο­τα­γής στις ολι­γά­ριθ­μες εξου­σια­στι­κές δυνά­μεις και τον μαζι­κό εθι­σμό των εργα­ζο­μέ­νων στην αδια­μαρ­τύ­ρη­τη προ­σαρ­μο­γή στην ιεραρ­χία και την παρα­γω­γι­κή επα­να­λη­πτι­κό­τη­τα, δηλα­δή τις κρί­σι­μες όψεις του φορ­ντι­σμού. Τον εικο­στό πρώ­το αιώ­να, η γνώ­ση μετα­βάλ­λε­ται σε ανα­πό­σπα­στο συστα­τι­κό μιας νέας γενιάς εμπο­ρευ­μά­των, τα οποία τεί­νουν να απο­κτή­σουν τερά­στιο μερί­διο στη δημιουρ­γία του παγκό­σμιου πλού­του και τη διε­θνή ανάπτυξη.

Η οικο­νο­μι­κή επι­βί­ω­ση, αλλά και η αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα, θα κρι­θεί από την ικα­νό­τη­τα των σύγ­χρο­νων ανθρώ­πων να προ­σλαμ­βά­νουν και να γονι­μο­ποιούν την και­νο­τό­μο συστη­μα­τι­κή γνώ­ση, όπως και τις ανε­πε­ξέρ­γα­στες πλη­ρο­φο­ρί­ες, που είναι δυνη­τι­κά συστα­τι­κά της μελ­λο­ντι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας. Σε αυτό το πλαί­σιο, η επι­βε­βλη­μέ­νη εγκύ­κλια εκπαί­δευ­ση, μετά τα πρώ­ϊ­μα στά­δια, είναι πρα­κτι­κώς μια εξό­δευ­ση άνευ σημα­σί­ας και μαζί της χάνουν την αξί­ας τους τα παρα­δο­σια­κά και μαζι­κά υπο­δείγ­μα­τα διδα­σκα­λί­ας και εκμά­θη­σης. Οι και­νο­τό­μες, ευέ­λι­κτες ή και ήδη γνω­στές μέθο­δοι της ανοι­κτής εκπαί­δευ­σης οφεί­λουν να απο­τε­λέ­σουν αντι­κεί­με­να μιας νέας σύν­θε­σης, με έναν ευρύ κοι­νω­νι­κό διά­λο­γο που προσ­διο­ρί­ζει τους στό­χους, τις δυνα­τό­τη­τες και τις τεχνι­κές, οι οποί­ες αξιο­ποιούν την πλη­ρο­φο­ρι­κή τεχνο­λο­γία, για την ατο­μι­κή και συλ­λο­γι­κή καλλιέργεια.

Όταν συμ­βεί η προ­κεί­με­νη δια­δι­κα­σία, η γνώ­ση θα είναι η γέφυ­ρα ανά­με­σα στην κυκλο­φο­ρία και τον επι­τη­δευ­μέ­νο χει­ρι­σμό των πλη­ρο­φο­ριών, όπως και για την επι­νοη­τι­κή δημιουρ­γι­κό­τη­τα στην παρα­γω­γή. Από την μια πλευ­ρά η κουλ­τού­ρα θα συνα­ντιέ­ται συστη­μα­τι­κά, έγκαι­ρα και έγκυ­ρα με τους εκπαι­δευό­με­νους πολί­τες και από την άλλη η υψη­λή ποιό­τη­τα του μετα­βο­λι­σμού τους από τα πολι­τι­στι­κά αγα­θά, θα ενδυ­να­μώ­νει την παρα­γω­γι­κή χρη­σι­μό­τη­τά τους. Σε εκεί­νη τη στιγ­μή. ο εκπαι­δευό­με­νος μπο­ρεί να ισορ­ρο­πεί με το ουσιώ­δες περιε­χό­με­νο της μόρ­φω­σης, ενώ καλύ­πτει τις αξιώ­σεις της πιστο­ποί­η­σης των προ­σό­ντων τους και δημιουρ­γεί τις υπο­δο­χές της διά-βίου μάθησης.

Η πρά­σι­νη τεχνο­λο­γία και οικο­νο­μία σημα­το­δο­τεί επί­σης την ενί­σχυ­ση των δημο­κρα­τι­κών θεσμών. Το πρά­σι­νο κίνη­μα και η πολι­τι­κή οικο­λο­γία είναι οι πηγές της κοι­νω­νι­κής, αλλά και πολι­τι­κής, ευαι­σθη­το­ποί­η­σης για τα υπαρ­κτά, αβά­στα­χτα και αδιέ­ξο­δα περι­βαλ­λο­ντι­κά ζητή­μα­τα, τα οποία αντι­με­τω­πί­ζει ο πλα­νή­της. Οι ίδιες παρεμ­βα­τι­κές και πολι­τι­κές δυνά­μεις σχη­μά­τι­σαν τους όρους για τη συμπε­ρί­λη­ψη στην πολι­τι­κή και θεσμι­κή ατζέ­ντα, των κρί­σι­μων επι­λύ­σε­ων στα μεγά­λα προ­βλή­μα­τα του περι­βάλ­λο­ντος. Μετα­ξύ των θεα­μα­τι­κών επι­τευγ­μά­των του πρά­σι­νου κινή­μα­τος είναι η ανά­πτυ­ξη των οικο­λο­γι­κών πολι­τι­κών στα προ­γράμ­μα­τα των παρα­τά­ξε­ων ολό­κλη­ρου του πολι­τι­κού φάσματος.

Παρά τις δια­φο­ρο­ποι­ή­σεις και τις παλι­νω­δί­ες, είναι ένα εξαι­ρε­τι­κό γεγο­νός η επι­τυ­χής κινη­το­ποί­η­ση των διε­θνών θεσμών για την αντι­με­τώ­πι­ση της ανθρω­πο­γε­νούς υπερ­θέρ­μαν­σης της γης. Το κίνη­μα αυτό, ωστό­σο, είναι υπό­φο­ρο της αντί­φα­σης ανά­με­σα στο μαχη­τι­κό κίνη­μα δια­μαρ­τυ­ρί­ας και στον πολι­τι­κό μηχα­νι­σμό που επι­διώ­κει την επί­λυ­ση των ζητη­μά­των με απα­γο­ρεύ­σεις και κανο­νι­σμούς. Η γόνι­μη τακτι­κή για την ανά­πτυ­ξη των οικο­λο­γι­κών πολι­τι­κών είναι η σύντα­ξη ενός προ­γραμ­μα­τι­κού σχε­δί­ου, το οποίο διευ­κο­λύ­νει την ανά­πτυ­ξη, ευνο­εί την ισό­τι­μη δια­νο­μή του πλού­του και αντα­πο­κρί­νε­ται στην ανά­γκη του εκδη­μο­κρα­τι­σμού της οικο­νο­μί­ας. Σε αυτό το σχέ­διο, ο συνερ­γα­τι­σμός είναι κατα­λύ­της και κρί­σι­μος συντε­λε­στής. Η συμ­μα­χία του πρά­σι­νου κινή­μα­τος με το συνερ­γα­τι­σμό συμ­βάλ­λει στην πραγ­μα­το­ποί­η­ση των οικο­λο­γι­κών πολι­τι­κών, με οικο­νο­μι­κή απο­δο­τι­κό­τη­τα, κοι­νω­νι­κές ωφέ­λειες και ουσια­στι­κή υλο­ποί­η­ση των κοι­νω­νι­κών δικαιω­μά­των, μέσω της αδελφότητας.

Συμπε­ρα­σμα­τι­κά για να ενι­σχυ­θεί η ορι­ζό­ντια οργά­νω­ση της κοι­νω­νί­ας χρειά­ζε­ται ένα πολι­τι­κό σχέ­διο για την δημο­κρα­τία του κοι­νω­νι­κού μέλ­λο­ντός μας που   ταυ­τό­χρο­να θα λει­τουρ­γή­σει, ως αφε­τη­ρία, και πλατ­φόρ­μα της στρα­τη­γι­κής δια­πραγ­μά­τευ­σης της μεγά­λης πλειο­νό­τη­τας των πολι­τών, για την επι­θυ­μη­τή διορ­γά­νω­ση της κοι­νω­νί­ας και της πολι­τεί­ας, στην επο­χή μας. Η δημο­κρα­τία του κοι­νω­νι­κού μέλ­λο­ντός μας, υλο­ποιεί τις θεμε­λια­κές αρχές της ελευ­θε­ρί­ας, της ισό­τη­τας και της αδελ­φό­τη­τας, οι οποί­ες στην εξέ­λι­ξη της νεω­τε­ρι­κής επο­χής είτε υπο­στη­ρί­χθη­καν ελλει­πτι­κά είτε περιο­ρί­στη­καν απα­ρά­δε­κτα είτε προ­κλη­τι­κά παρα­με­ρί­στη­καν, κατά τη δια­σκευή της νεω­τε­ρι­κής πολι­τεί­ας. Η δημο­κρα­τία του κοι­νω­νι­κού μέλ­λο­ντός μας, ως πρό­ταγ­μα, ενι­σχύ­ει τα ατο­μι­κά δικαιώ­μα­τα και διευ­ρύ­νει τις πολι­τι­κές ελευ­θε­ρί­ες, με εκβο­λές τόσο στην αυθε­ντι­κή αντι­προ­σώ­πευ­ση των πολι­τών σε όλα τα δημό­σια αξιώ­μα­τα όσο και στον διαρ­κή κοι­νω­νι­κό έλεγ­χο, με θεσμούς άμε­σης συμ­με­το­χής στις απο­φά­σεις, ιδί­ως στην ενι­σχυ­μέ­νη τοπι­κή αυτοδιοίκηση.

Στη δημο­κρα­τία του κοι­νω­νι­κού μέλ­λο­ντός μας είναι μια οφει­λή ο εκδη­μο­κρα­τι­σμός της επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας και της απα­σχό­λη­σης, ως προ­ϋ­πό­θε­ση της συστο­λής των οικο­νο­μι­κών και κοι­νω­νι­κών ανι­σο­τή­των, με σημα­ντι­κές ενι­σχύ­σεις από τον συνερ­γα­τι­σμό και τους αυτό­νο­μους εργα­ζό­με­νους. Ο σκο­πός είναι η ανα­σύν­θε­ση και η εξι­σορ­ρό­πη­ση της δύνα­μης του κρά­τους, της κερ­δο­σκο­πί­ας και του συνερ­γα­τι­σμού, με τον περιο­ρι­σμό τόσο της εξου­σια­στι­κής όσο και της επι­χει­ρη­μα­τι­κής αυθαι­ρε­σί­ας στην οικονομία.

Η δημο­κρα­τία του κοι­νω­νι­κού μέλ­λο­ντός μας απο­τε­λεί την εναλ­λα­κτι­κή βάση για την επα­νερ­γο­ποί­η­ση των συλ­λο­γι­κών οργα­νώ­σε­ων και των άτυ­πων συσ­σω­μα­τώ­σε­ων των πολι­τών, φτά­νει να υπερ­βούν δημιουρ­γι­κά τους αυτο­πα­θείς προσ­διο­ρι­σμούς τους και την τάση να πραγ­μα­το­ποιούν «μικρο­πο­λέ­μους» για τα στε­νά συμ­φέ­ρο­ντα των μικρών ομά­δων. Για το ξεπέ­ρα­σμα των παθο­γε­νειών της κατά­τμη­σης και της ανα­πο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας της συλ­λο­γι­κής δρά­σης, ανα­γκαί­ος όρος είναι να συγκε­ντρω­θούν οι δυνά­μεις της κοι­νω­νι­κής πρω­το­βου­λί­ας σε ενιαία  σύνο­λα της κοι­νω­νί­ας πολι­τών, μαζί με τις συλ­λο­γι­κές εκφρά­σεις των ανέρ­γων και των περι­θω­ριο­ποι­η­μέ­νων πολι­τών. Η νέα και ανοι­κτή σύν­θε­ση της συλ­λο­γι­κό­τη­τας είναι προ­α­παι­τού­με­νο για την απο­τε­λε­σμα­τι­κή διεκ­δί­κη­ση των κοι­νών στό­χων και την προ­ώ­θη­ση των θεσμών άμε­σης δημο­κρα­τί­ας, με αφε­τη­ρία την Τοπι­κή  Αυτοδιοίκηση

 

 

Η δημοκρατία του κοινωνικού μέλλοντός μας

Περιεχόμενα

Πρό­λο­γος (Βασί­λης Τακτικός)

Ελευ­θε­ρία, Ισό­τη­τα, Αδελφότητα
Τάξεις και Ανισότητα
Κρά­τος, κερ­δο­σκο­πία και συνερ­γα­τι­σμός: Η οικο­νο­μία των «τριών ισο­δύ­να­μων συνεισφορών»
Ο εκδη­μο­κρα­τι­σμός της απα­σχό­λη­σης: Η αυτο­νο­μία στην εργασία
Η «ανε­νέρ­γεια της ανερ­γί­ας και η πλή­ρης απασχόληση
Η πολι­τι­κή δημο­κρα­τία: Από την άσκη­ση της δύνα­μης στην συλ­λο­γι­κή απόφαση
Η παι­δεία και η κουλ­τού­ρα του 21ου αιώ­να: Από τον παρα­γω­γι­κό προ­γραμ­μα­τι­σμό στην ελεύ­θε­ρη πρό­σβα­ση στη γνώση
Η πρά­σι­νη «ανα­θέρ­μαν­ση» και η βιώ­σι­μη ανά­πτυ­ξη στο γαλά­ζιο πλανήτη
Αντί επι­λό­γου: Η δημο­κρα­τία του κοι­νω­νι­κού μέλ­λο­ντός μας
Πηγές
Βιβλιογραφία
Λεπτο­μέ­ρειες
ISBN13 9786188222816
Εκδό­της ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ
Σει­ρά
Χρο­νο­λο­γία Έκδοσης Οκτώ­βριος 2019
Αριθ­μός σελίδων 156
Δια­στά­σεις 20x15
Πρό­λο­γος ΤΑΚΤΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
Επι­μέ­λεια ΣΤΕΡΤΣΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ

 

Βρεί­τε μας και στη σελί­δα μας στο facebook: Η Κοι­νω­νιο­λο­γία σήμε­ρα Sociology today

- Δια­φή­μι­ση -

- Διαφήμιση -

- Δια­φή­μι­ση -

You might also like
Leave A Reply

Your email address will not be published.