Βασίλης Τακτικός
Προεκλογικά υπήρχε η εντύπωση ότι η εκλογική συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ η οποία διαφαινόταν θα έφερνε την αντιστρόφως ανάλογη εκλογική ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ, με μακροπρόθεσμη προοπτική να διεκδικήσει ξανά την αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτός Εξάλλου ήταν και ο στόχος της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ αποκλείοντας στη πράξη κάθε πιθανότητα συνεργασίας είτε με το ΣΥΡΙΖΑ είτε με την ΝΔ .
Τα πράγματα όμως δεν ήρθαν ακριβώς όπως περίμενε ηγεσία του. Το “ΑΝΤΙΣΥΡΙΖΑ μέτωπο” που κυριάρχησε λειτούργησε περισσότερο υπέρ της Νέας Δημοκρατίας και πολύ λιγότερο προς όφελος του ΠΑΣΟΚ. Από τις 14 ποσοστιαίες μονάδες που έχασε ο ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές μόνο μία μονάδα πήγε προς το ΠΑΣΟΚ, 8 μονάδες προς τη Νέα Δημοκρατία και το υπόλοιπο στα μικρότερα κόμματα. Γεγονός που σημαίνει ότι οι κατ΄ ευφημισμό κεντροαριστεροί ψηφοφόροι δεν είχαν ιδεολογικές αναστολές να κατευθυνθούν στην κεντροδεξιά παράταξη της Νέας Δημοκρατίας και όχι να επαναπατριστούν στο ΠΑΣΟΚ.
Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κεντροδεξιό μικρομεσαίο κόμμα και μοιάζει πολύ με τη Νέα Δημοκρατία. Οι μετρήσεις δείχνουν ότι το 80% των μελών του συμμερίζεται κεντροδεξιές, εκσυγχρονιστικές επιλογές του Κυριάκου Μητσοτάκη. Είναι υπέρ του εκσυγχρονισμού και όχι υπέρ του μετασχηματισμού των δομών του κράτους και της οικονομίας που χαρακτηρίζει ένα πραγματικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα πού στοχεύει να μειώσει τις ανισότητες.
Εδώ γεννάται ένα ερώτημα¨: μήπως αυτοί οι ψηφοφόροι που μετακινήθηκαν θεωρούν κεντροδεξιά και την σημερινή πολιτική ΠΑΣΟΚ επέλεξαν την αυθεντική κεντροδεξιά που μπορεί να κυβερνήσει κιόλας σε σχέση με την ομιχλώδη κεντροδεξιά ΠΑΣΟΚ.
Σε κάθε περίπτωση το διακύβευμα κεντροδεξιά η κεντροαριστερά εκ των πραγμάτων δεν υπήρξε επί της ουσίας καθώς, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε το ΠΑΣΟΚ κατάφεραν να διαμορφώσουν μία εναλλακτική πρόταση Προοδευτικής διακυβέρνησης με προγραμματικό σχέδιο που να θυμίζει σοσιαλδημοκρατία .
Καμία ουσιαστική διαφοροποίηση δεν υπήρξε ακόμη σε σχέση με την πραγματική οικονομία που αφορά τους πολλούς, στην ενέργεια, στην Ακρίβεια της διατροφής, στη στεγαστική πολιτική και στην αντιμετώπιση της φτώχειας.
Προφανώς, οι ψηφοφόροι δεν λειτούργησαν με τις ενθυμήσεις της δεκαετίας του 80 του ένδοξου παρελθόντος του ΠΑΣΟΚ. Αλλά, με τις εκτιμήσεις του πρόσφατου παρελθόντος, της τελευταίας δεκαετίας που το ΠΑΣΟΚ έχει μετασχηματιστεί σε ένα κατά πλειοψηφία κεντροδεξιό κόμμα.
Υπάρχουν βέβαια ακόμη κεντροαριστεροί στο ΠΑΣΟΚ, αλλά αυτοί είναι στη μειοψηφία, καθώς ηγεσία του, είναι καθαρό προϊόν, της μετά το 2012 μετάλλαξης του.
Αν θέλουμε λοιπόν να κατανοήσουμε ποιο είναι το μέλλον του ΠΑΣΟΚ και της κεντροαριστεράς θα πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε αυτή τη μετάλλαξη και πώς αυτή μπορεί να ξεπεραστεί.
Το τέλος του 2011 αρχές του 2012 με αφορμή το προτεινόμενο δημοψήφισμα, πού ας σημειώσουμε ποτέ δεν έγινε, στο ΠΑΣΟΚ, υπό το βάρος της κρίσης χρέους, που περνούσε η χώρα , έγινε μία συγκεκαλυμμένη αποστασία.
Η Δεξιά πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ που καιροφυλακτούσε με αρχηγό τον Ευάγγελο Βενιζέλο και σε συνεννόηση με την Ελληνική δεξιά και Ευρώ δεξιά, έριξε την κυβέρνηση Παπανδρέου με τις γνωστές συνέπειες χωρίς βέβαια να αλλάξει και την Κεντρική κατεύθυνση πολιτικής έναντι στα μνημόνια.
Ο Γιώργος Παπανδρέου κάτω από την πρωτοφανή πίεση προφανώς δεν είχε το κουράγιο να μιλήσει για νέο αποστασία και να συγκρουστεί ουσιαστικά αλλά παρέδωσε στη συμμαχία Σαμαρά-Βενιζέλου, η οποία δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μία συμμαχική κεντροδεξιά κυβέρνηση μέχρι το 2015.
Τους καρπούς αυτής της κεντροδεξιάς Συμμαχίας εισπράττει συν τοις άλλοις η σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, καθώς έχουν αλλάξει τα πρόσωπα αλλά όχι και η πολιτική του φυσιογνωμία .
Για να πάμε στο βάθος αυτής της μετάλλαξης ΠΑΣΟΚ Θα πρέπει να θυμηθούμε ποιο ήταν το πραγματικό και ανομολόγητο διακύβευμα αυτής της σύγκρουσης. Δεν ήταν άλλο από το ποιος θα πληρώσει περισσότερο το τίμημα προσαρμογής στη Νέα κατάσταση οι τράπεζες και τα funds η κυρίως οι πολλοί , οι μικροϊδιοκτήτες , οι εργαζόμενοι, και η κοινωνία με έμμεσους φόρους. Τα μαζικά μέσα επικοινωνίας είχαν κάνει από πριν την επιλογή τους να ρίξουν τον Παπανδρέου και το open gov που έκοψε τα προνόμια και τα θαλασσοδάνεια τους.
Αυτό ήταν και το επίδικο για το πέρασμα της ηγεσίας στον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος αρχικά δεν είχε παραπάνω από το 10% στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, ποσοστό όμως ικανό για ρίξει τον Παπανδρέου και να πληγεί η σοσιαλδημοκρατική του ταυτότητα στη κρίσιμη καμπή των μνημονίων.
Μετά τις εκλογές του 2012 τα περισσότερα στελέχη του κόμματος με κεντροαριστερή κατεύθυνση πήγαν στο σπίτι τους, ένα μικρότερο μέρος πήγε στο ΣΥΡΙΖΑ ενώ αλώθηκε όλος ο χώρος από την κεντροδεξιά πτέρυγα και συνιστώσα.
Είναι γνωστό ότι η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου μοίρασε τις κυβερνητικες θέσεις στον Κρατικό μηχανισμό με το γνωστό πελατειακό τρόπο τότε το 4–2‑1 μεταξύ ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ επαναφέροντας τη λογική του πελατειακό κράτους, που είχε σε μεγάλο βαθμό περιορίσει το 2009 η κυβέρνηση Γιώργου Παπανδρέου με το Open gov.
Tο 2015 το ΠΑΣΟΚ αμιγώς ως φιλελεύθερο κεντροδεξιό κόμμα πλέον έφτασε στο κατώτατο όριο του 4,5%. Σε εκείνη την περίοδο αναδείχθηκαν νέα στελέχη σε πρωταγωνιστικούς ρόλους όπως η Εύα η Καϊλή και ο σημερινός αρχηγός Νίκος Ανδρουλάκης, ο οποίος τότε ήταν γραμματέας του κόμματος και ήλεγξε στη συνέχεια τον κομματικό μηχανισμό για να γίνει πρόεδρος του κόμματος αργότερα.
Το 2015 με την παραίτηση Βενιζέλου και την ενδιάμεση προεδρία της Φώφης Γεννηματά, έγινε η διεύρυνση και επέστρεψε στο κόμμα ένα μέρος της κεντροαριστερής πτέρυγας με τον Γιώργο Παπανδρέου. Το μεγαλύτερο όμως μέρος της κεντροαριστερής βάσης παρέμεινε στο ΣΥΡΙΖΑ όπου είχε «μεταναστεύσει’ .
Έτσι έλαβε μέρος στις εκλογές του 2019 βελτιώνοντας κατά τι τα ποσοστά του και στις εκλογές του 2023 βελτιώνοντας τα κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες. Με δεδομένη όμως την καθολική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ το αποτέλεσμα αυτό θεωρείται και είναι ισχνό και δεν δικαιολογεί την υπεραισιοδοξία της ηγεσίας του.
Αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα έδειξε τα περιθώρια της βελτίωσης του με την κεντροδεξιά του φυσιογνωμία, καθώς και τη χαμένη του σοσιαλδημοκρατική ταυτότητα. Επιπρόσθετα η σοσιαλδημοκρατική πολιτική δεν μπορεί να λειτουργήσει πλέον με εργαλεία στο πλαίσιο του κράτους και της αγοράς. Παρά μόνο με ευρύτερες κεντροαριστερές συνεργασίες όπως στην Πορτογαλία και Ισπανία που δείχνουν τον δρόμο.
Στο πολιτικό σύστημα που ισχύει προφανώς δεν υπάρχει χώρος για δύο μεγάλα κεντροδεξιά κόμματα εξουσίας και όσο το ΠΑΣΟΚ παραμένει ένα κεντροδεξιό κόμμα θα είναι ο φτωχός συγγενής της Νέας Δημοκρατίας. Η σύγκλιση των δύο κομμάτων το 2012 προφανώς ωφέλησε τη Νέα Δημοκρατία και ζημίωσε ΠΑΣΟΚ.
Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει να προτείνει μια κεντροαριστερή πρόταση εξουσίας ένα εναλλακτικό παραγωγικό και οικονομικό μοντέλο. Δεν έχει να προτείνει ένα μοντέλο πλήρους απασχόλησης ούτε μέσω της αγοράς ούτε με Κρατικό παρεμβατισμό. Τα επιδόματα ούτως ή άλλως δεν μπορούν να καλύψουν το ένα τρίτο του ενεργού πληθυσμό πού δεν βρίσκει ικανοποιητική εργασία.
Η καταπολέμησή των ανισοτήτων που συχνά αναφέρονται στελέχη του ΠΑΣΟΚ με ευχολόγια΄, που μπορεί να επιτευχθεί μέσα από ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα είναι μια αυταπάτη. Καθώς το μεγάλο κεφάλαιο, που είναι υπερεθνικό διαφεύγει της υψηλής φορολογίας που είναι απαραίτητη για ένα ευρύτερο κράτος πρόνοιας.
Η μόνη εναλλακτική που έχει ως ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικής επιχειρηματικότητας, η οποία σήμερα καλύπτει το 10% περίπου του συνόλου της οικονομίας της Ε.Ε, με κοινωφελές έργο και έσοδα για τους οικονομικά πιο ευάλωτους.
Στην Ελλάδα η κοινωνική οικονομία βρίσκεται κάτω από το 2% και τα κόμματα της κεντροαριστεράς, που οφείλουν ιστορικά να εκφράσουν τον τρίτο τομέα της οικονομίας έχουν άγνοια για να συμπεριλάβουν κοινωνική οικονομία στο πρόγραμμα τους.
Οι προοπτικές ενότητας της κεντροαριστεράς
. Το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν μόνο μία προοπτική εξουσίας για το ορατό μέλλον: Να επιδιώξουν την ενότητα και συμμαχία των κεντροαριστερών δυνάμεων μαζί με τα μικρότερα κόμματα του χώρου. Να υπερβούν την αυταπάτη της μονοκομματικής ηγεμονίας. Σήμερα το άθροισμα των κομμάτων της κεντροαριστεράς δεν ξεπερνά το 32% του εκλογικού σώματος.
Για να ανατραπεί αυτός ο συσχετισμός σε βάθος τετραετίας υπέρ της κεντροαριστεράς θα πρέπει να ενοποιηθεί ο χώρος τόσο στην κοινωνική του βάση όσο και στο επίπεδο ηγεσίας. Αυτή εξάλλου είναι και η ρεαλιστική πρακτική σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες. Πρώτα απαιτείται πνεύμα συνεργασίας και κατόπιν έρχεται και ο προγραμματισμός μιας Κυβέρνησης της κεντροαριστεράς.
Το εκσυγχρονιστικό σχέδιο Κυριάκου Μητσοτάκη για το ψηφιακό κράτος και την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης του φορολογικού συστήματος και της δικαιοσύνης αναμφίβολα θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα του Κράτους. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό που έχει ανάγκη η χώρα. Έχει ανάγκη από δημοκρατικό εκσυγχρονισμό, κοινωνικό μετασχηματισμό και οικονομικό μετασχηματισμό για να μειωθούν οι ανισότητες. Αυτός είναι και ο ιδιαίτερος ρόλος της κεντροαριστεράς.
Βρείτε μας και στη σελίδα μας στο Facebook: Η Σοσιαλδημοκρατία σήμερα